Κατασκευές – Οι ελληνικές επενδύσεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη
Οι Έλληνες εργολάβοι, με διαβατήριο την εμπειρία και την τεχνογνωσία της υλοποίησης απαιτητικών και πολύπλοκων έργων υποδομών, όπως αυτά που προηγήθηκαν των Ολυμπιακών Αγώνων, ανοίχτηκαν στη Νοτιοανατολική Ευρώπη!
Η ανοικοδόμηση των Βαλκανίων στάθηκε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τις ελληνικές επιχειρήσεις κατά τα 90sκαι στις αρχές του 2000. Οι Έλληνες εργολάβοι, με διαβατήριο την εμπειρία και την τεχνογνωσία της υλοποίησης απαιτητικών και πολύπλοκων έργων υποδομών, όπως αυτά που προηγήθηκαν των Ολυμπιακών Αγώνων, ανοίχτηκαν στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η έλλειψη επενδυτικού ενδιαφέροντος από Δυσμάς, εκείνη την εποχή, άφησε περιθώριο για την ελληνική διείσδυση στις γειτονικές αγορές.
Οι Έλληνες κατασκευαστές, βλέποντας τα στενά μεγέθη της ελληνικής αγοράς, τα οποία μοιραία θα στένευαν ακόμη περισσότερο με το τέλος των ολυμπιακών έργων, αλλά και αντιμέτωποι με το πρώτο … αναγκαστικό κύμα συγχωνεύσεων στα τέλη της δεκαετίας του ’90, θέλησαν να υπερβούν το αδιέξοδο. Έτσι, στήριξαν στις προσδοκίες τους στη μεγάλη διείσδυση των ελληνικών τραπεζών στην περιοχή και στα συγχρηματοδοτούμενα έργα.
Στράφηκαν δε από νωρίς στις αγορές της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας που βρίσκονταν προ των πυλών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι κοινοτικοί πόροι είχαν ήδη αρχίσει να εισρέουν. Αυτό σήμαινε και αυξημένες ανάγκες σε υποδομές, αλλά και μεγάλα οικιστικά projects. Έτσι, οι μεγαλύτεροι ελληνικοί Όμιλοι της εποχής, κάποιοι εκ των οποίων έχουν περάσει στη σφαίρα της ιστορίας, συνήψαν στρατηγικές συμμαχίες με οίκους του εξωτερικού, ίδρυσαν θυγατρικές εταιρείες, διεκδίκησαν έργα ή ανέλαβαν το projectmanagement.
Οι επενδύσεις
Από τους πρώτους «αποίκους» των Βαλκανίων, η ΕΤΑΝΕ Ευκλείδης, με ειδίκευση κυρίως σε έργα οδοποιίας, που στα τέλη της δεκαετίας του ’90 είχε ανεκτέλεστο ύψους 45 δισ. δρχ. Είχε αναλάβει από κοινού με την επίσης κραταιή τότε Αττικάτ την κατασκευή οδικού άξονα στη Ρουμανία. Το 1996, η ΕΚΤΕΡ ΑΕ ίδρυσε την EKTER CONSTRUCT SRL στη Ρουμανία.
Η ΜΗΧΑΝΙΚΗ του Πρόδρομου Εμφιετζόγλου είναι μία από τις ελληνικές εταιρείες που στράφηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ξεκινώντας από το 1995 οπότε ίδρυσε θυγατρικές στη Βουλγαρία και την Ουκρανία. Το 2000 έφτασε και στη σημερινή Βόρεια Μακεδονία, ιδρύοντας επίσης θυγατρική. Η εταιρεία καθιερώθηκε στην Ανατολική Ευρώπη, υλοποιώντας αρκετά οικιστικά έργα.
Εντωμεταξύ, στο πλαίσιο του διεθνούς προγράμματος ανασυγκρότησης της Βοσνίας μετά τον εμφύλιο, σε έργα συμμετείχαν και ελληνικές επιχειρήσεις, η κοινοπραξία Μέτων–ΕΤΕΠ, ΔΟΚΑΤ, Δομικά Έργα και Σαραντόπουλοςανέλαβε το 1996 την ανέγερση δύο σχολείων και ενός μεγάλου νοσοκομείου στο Σαράγιεβο, ενώ η Μέτων–ΕΤΕΠ προχώρησε και σε στρατηγική συνεργασία στον τομέα των τεχνικών έργων.
Ο Όμιλος ΑΛΤΕ το ’99 είχε αναλάβει την κατασκευή νέου εργοστασίου της Αλουμίνιον στη Ρουμανία. Την ίδια χρονιά η ΑΕΓΕΚ ξεκίνησε την παρουσία της με την ανέγερση κτηρίου στο Βουκουρέστι, όπου και ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα, αναλαμβάνοντας και οδικά έργα. Αντίστοιχη κατασκευαστική δραστηριότητα ανέπτυξε και η Παντεχνική, που συμμετείχε και σε αρκετούς διαγωνισμούς οδικών αυτοχρηματοδοτούμενων έργων. Σε έργα στη Ρουμανία, κατά την ίδια εποχή, έχουν επίσης βάλει τη σφραγίδα τους η Διεκάτ, καθώς και ο Όμιλος Παντεχνική-Κ. Ι. Σαραντόπουλος, με κτηριακά έργα για εμπορικές χρήσεις.
Μέσω της θυγατρικής Therom, η Θεμελιοδομή με έδρα τη Θεσσαλονίκη δραστηριοποιήθηκε στη Ρουμανία, με έμφαση σε δημόσια έργα και ακίνητα, ενώ στη Βουλγαρία συνεργάστηκε με την επίσης ελληνική κατασκευαστική Αθηνά και τοπικό εταίρο δημιουργώντας την Bulkat, ενώ είχε παρουσία και στην Αλβανία.
Μια από τις ισχυρότερες ελληνικές παρουσίες ήταν αυτή της Arcon Constructions, του μηχανικού-αρχιτέκτονα Στέλιου Οικονομίδη, ξεκινώντας της δράση της περί το 2000, κυρίως στη Ρουμανία, αλλά και ευρύτερα στις χώρες της Βαλκανικής. Το μεγάλο χαρτοφυλάκιο των έργων εντός και εκτός Ελλάδος, μεταξύ των οποίων το Novotel Casino και 33 καταστήματα ελληνικών τραπεζών στο Βουκουρέστι, καθώς και υποκατάστημα των Sprider Stores και κτήρια γραφείων στη Σόφια, δεν γλίτωσαν την εταιρεία από τη χρεοκοπία.
Η Ελληνική Τεχνοδομική, ως τα μέσα της δεκαετίας του 2000, είχε ήδη υπό κατασκευή ή διεκδίκηση έργα στην περιοχή των Βαλκανίων και ειδικότερα σε Ρουμανία και Βουλγαρία. Στις αρχές του 2000, σε συνεργασία με την αυστραλιανών συμφερόντων Lend Lease (που οδήγησε στη δημιουργία της REDS), κοίταζε με καλό μάτι την ξένη αγορά του real estate, στρέφοντας το ενδιαφέρον της και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Εκείνη την εποχή, μάλιστα, τρεις ιστορικές κατασκευαστικές εταιρειών, η Ελληνική Τεχνοδομική, η Τεχνική Εταιρεία Βόλου (ΤΕΒ) και η ΑΚΤΩΡ βρίσκονταν σε διαδικασίες συγχώνευσης, που οδήγησαν στην Ελληνική Τεχνοδομική ΤΕΒ Α.Ε., πρόγονο της σημερινής ΕΛΛΑΚΤΩΡ.
Από τους κατασκευαστικούς ομίλους που μπήκαν δυναμικά στα Βαλκάνια ήταν η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, με μεγάλες επενδύσεις για την ανάπτυξη οικιστικών συγκροτημάτων, χώρων logistics, αλλά και την κατασκευή μεγάλων σιδηροδρομικών έργων σε Βουλγαρία και Ρουμανία. Ο όμιλος ίδρυσε θυγατρικές εταιρείες για τις κατασκευές, καθώς και για την ανάπτυξη ακινήτων, ενώ προχώρησε και στη σύσταση Ιδιωτικού Επενδυτικού Κεφαλαίου ακίνητης περιουσίας (Real Estate Investment Fund) για να δραστηριοποιηθεί σε επιλεγμένες χώρες, μεταξύ των οποίων Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουκρανία.
Σημαντικά έργα υποδομής και ακινήτων είχε αναλάβει στην περιοχή των Βαλκανίων και ο κατασκευαστικός όμιλος J&Ρ Άβαξ, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε κυρίως αυτόνομα και μέσω θυγατρικών εταιρειών σε Ρουμανία και Βουλγαρία, ενώ ανέλαβε και οδικά έργα στη γειτονική Αλβανία.
Ο Όμιλος Ιντρακάτ μπήκε το 2000 στην αγορά της Ρουμανίας μέσω της θυγατρικής INTRACOM CONSTRUCT, καλύπτοντας τους τομείς των τηλεπικοινωνιακών υποδομών, των οικοδομικών έργων και των μεταλλικών κατασκευών, ενώ θυγατρικές είχε ακόμη σε Βουλγαρία και Αλβανία.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, οι ελληνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στα Βαλκάνια, ήρθαν αντιμέτωπες με τον οικονομικό στραγγαλισμό. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των κατασκευαστικών εταιρειών, που πάλευαν με την ανομβρία των έργων εντός Ελλάδος, ήταν η έλλειψη ρευστότητας και το «φρένο» στον τραπεζικό δανεισμό.
Αυτό είχε σε αρκετές περιπτώσεις ως συνέπεια, να μην μπορούν να υποστηρίξουν τις θυγατρικές τους σε Βαλκάνια και Νοτιοανατολική Ευρώπη με προφανή αντίκτυπο και στα έργα που εκτελούσαν με καθυστερήσεις και προβλήματα. Όσες ήταν πιο ευάλωτες και δεν είχαν ήδη «εξαφανιστεί» μέσα σε αυτά τα χρόνια, μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων, έγιναν πιο ευάλωτες στις ορέξεις ξένων ομίλων, που ήθελαν να αποκτήσουν το δίκτυο που οι ίδιες είχαν χτίσει στην ευρύτερη περιοχή, είτε να τις αποψιλώσουν από έμπειρο εργατικό δυναμικό για να αναλάβουν δράση.
Υπήρξαν δε και οι περιπτώσεις των εταιρειών που μέσα από τον παράλληλο μετασχηματισμό τους, στην κρίσιμη αυτή εποχή για τον κατασκευαστικό κλάδο, ενισχύθηκαν, διατήρησαν ή διαφύλαξαν τις δυνάμεις τους και πρωταγωνιστούν και σήμερα στο κατασκευαστικό γίγνεσθαι της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια